Κυριακή 6 Ιουλίου 2008

Mr. Αrmstrong ? Συνάδελφος M. εδω, ετών 7! WILCO!!! (will comply)


«Αφού τρως το σπανάκι, τρως και το ρύζι, γιατί διάολε, δεν τρως το σπανακόρυζο»?

30 χρόνια μετά κι ακόμα θυμάμαι τη σκηνή.. 7 χρονών περίπου στην κουζίνα του παλιού σπιτιού της Κυψέλης.. καθισμένη στην καρέκλα, με ποδαράκια που δεν έφταναν καλά – καλά κάτω, αδύνατη, σαν το κλαρί και τη μάνα μου απελπισμένη να προσπαθεί να μου χώσει στο στόμα μια κουταλιά της σούπας σπανακόρυζο…

«μάσα το, παιδί μου, μάσα το να τελειώνουμε»!

Η φράση - πρόκληση, ήταν «Δεν θα σηκωθείς από ‘κει αν δεν το καταπιείς»!

Δεν θα σηκωθώ??? ΟΚ! Αλλά δεν θα καταπιώ κιόλας, σκέφτηκα!

Κοιτούσα το ταβάνι, με φουσκωμένο μαγουλάκι απ’ το σπανακόρυζο, για 4 ώρες περίπου, αποφασισμένη ότι, εγώ αυτό το πράγμα ΔΕΝ ΤΟ ΤΡΩΩ, ΤΕΛΟΣ!

Εκείνη, δεν κούναγε απ’ την καρέκλα, εγώ κοιτούσα αδιάφορα γύρω-γύρω κουνούσα τα ποδαράκια δήθεν. Έκανα την πρώτη μου επανάσταση και δεν διαπραγματευόμουν τη νίκη μου, απλά περίμενα υπομονετικά ν' ακούσω να μου το λέει κιόλας…

Κάθε τόσο εμφανιζόταν η αδελφή μου κι έλεγε την ατάκα, που λέει ακόμα και σήμερα, «αμάν πια με το κωλόπαιδό σου» ! Όσο η μάνα μου «έβαζε στη θέση της» τη μεγάλη, έβρισκα την ευκαιρία να φέρω το σπανακόρυζο απ’ την άλλη μεριά, με προσοχή όμως μη και κατέβει ένας κόκκος ρυζιού παρακάτω και ηττηθώ κατά κράτος….

Κατά τη διάρκεια αυτής της υπέροχης οικογενειακής σκηνής ακούστηκαν και τα γνωστά, που είχε η μάνα μου στο ρεπερτόριό της, εκτός απ’ τα τραγούδια της Νάνας που τραγούδαγε κάθε Σάββατο μεσημέρι με τη χορωδία της Κεφαλληνιακής Αδελφότητος!

«Κοίτα πείσμα! Θεέ μου, σε ποιον έμοιασες βρε? Σ’ αυτόν? Βέβαια σ’ αυτόν, ίδια είσαι, έτσι πεισματάρης κι αγύριστο κεφάλι»!

Οπου «αυτός», αντικαθιστούμε με τη λέξη «πατέρας» που, αν και απών, έφταιγε για όλα.. ΟΛΑ… Για την κόκκινη σκόνη που κατέφθασε απ’ την Αφρική και μας έκανε τις βεράντες σύσκατες, για το σπανακόρυζο που δεν έτρωγα εγώ, για το καναρίνι που ψόφησε, το γκολ που έφαγε ο ΠΑΟ στο 90΄, για τη διατροφή που ποτέ δεν έφτανε, γι' αυτά που έγιναν αλλά και γι' αυτά που θα γίνονταν, μέχρι να κλείσει κι ο τελευταίος τα μάτια του απ' αυτήν την οικογένεια, για όλα…ΟΛΑ… και για τα όνειρά της που έμειναν μισά…

Κατά τις 7 το απόγευμα η «γραμμή Μαζινό» κατέρρευσε…

«Φτύσ’το, γαμώ το κέρατό μου, θα σαπίσει στο στόμα σου». Σηκώθηκα και με βήματα αργά, γεμάτη αυτοπεποίθηση, πήγα στο νεροχύτη και έφτυσα το σπανακόρυζο…

Χωρίς να πω λέξη, μεταβολή και στο δωμάτιό μου, έβγαλα απ’ τη σάκα μου τα βιβλία του σχολείου, έβαλα δυό - τρία ρούχα, ένα βιβλίο που μίλαγε για τ’ αστέρια και είχε στο εξώφυλλο, τον πρώτο αστροναύτη (αφού είχα επίσης αποφασίσει ότι εγώ κι αυτός μια μέρα, θα είμαστε συνάδελφοι) …. κι ένα στρατιωτάκι που μου ‘χε χαρίσει ο κολητός μου ο Γιαννάκης και μ’ είχε απειλήσει ότι αν το χάσω, η φιλία μας θα χάλαγε και θα έκανε φίλη την Εφη, την κόρη του γαλατά…

Περνώντας απ΄ την πόρτα της κουζίνας, τους ανακοίνωσα ότι φεύγω απ’ το σπίτι … γιατί «εγώ δεν ανέχομαι να μου φέρονται έτσι»!

Η αδελφή μου άλλο που δεν ήθελε, η μάνα μου γέλασε ειρωνικά «κάτσε κάτω παιδάκι μου, που πας 7 χρονών?»

«Είπα : Eγώ Φεύγω, Γειά σας».. με τη σάκα περασμένη στην πλάτη, άνοιξα την πόρτα και πριν προλάβουν ν’ αντιδράσουν βγήκα στο δρόμο…

Απέναντι ακριβώς, έμενε η γιαγιά μου, το καταφύγιο μου… Η πρώτη στάση, του μακρινού ταξιδιού μου, ήταν η γιαγιά… Χτυπάω το κουδούνι… «Έλα πουλάκι μου», πάντα ήμουν "το πουλάκι" της, ακόμα και τώρα νομίζω ότι την ακούω μερικές φορές, συνήθως τα βράδια, «Εγώ έφυγα απ’ το σπίτι γιατί δεν ανέχομαι να μου φέρονται έτσι…»! της είπα...

Τι θα πει «ανέχομαι» δεν ήξερα καλά-καλά… Η γιαγιά μου όμως πάντα μ’ έπαιρνε στα σοβαρά… κι αυτό μ’ έκανε να νιώθω δυνατή, έτοιμη να κατακτήσω τον κόσμο όλο, ακόμα και τ’ αστέρι που πατούσε ο συνάδελφος στο εξώφυλλο του βιβλίου μου….

σ’ αυτά τα 30 χρόνια πολλές φορές πήρα τη σάκα με τα υπάρχοντά μου στην πλάτη και έφυγα.. έφυγα από «σπίτι & γονείς», από «σχέσεις», από «φίλους», από «δουλειές», απ’ τον «Χ»… κάποιες φορές ξαναγύρισα, άλλες όχι… έμαθα και τι σημαίνει «ανέχομαι»…

έμαθα, ότι οι γενναίες αποφάσεις πονάνε, αλλά είναι κάτι σαν το «κλειδί του Παραδείσου» κι αν δεν μπορείς να κοιτάς τη ζωή κατάματα και να της «αντιμιλάς», τότε κατάπιε το σπανάκι με το ρύζι σου και πες κι «ευχαριστώ»…

Από τότε κυκλοφορώ μόνο με σακίδια στην πλάτη, αντί για τσάντα…

1 σχόλιο:

Adamantia είπε...

Μπορεις παντα να το φτυσεις..
Πολυ καλο blog.